χωρονομία

χωρονομία
η, Ν
διανομή γαιών σε καλλιεργητές, ιδίως ακτήμονες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χώρα + -νομία (< -νόμος < νέμω)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • χωρονομία — η διανομή εδαφικών εκτάσεων σε ακτήμονες καλλιεργητές …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • χώρα — Oνομασία 5 οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 400 μ.), στην πρώην επαρχία Γορτυνίας, του νομού Αρκαδίας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (19 τ. χλμ.) στον οποίο υπάγονται και οι οικισμοί Δωδεκάμετρο (υψόμ. 170 μ.) και Εληά (υψόμ. 200 μ.). 2.… …   Dictionary of Greek

  • χωρονομικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη χωρονομία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”